Άρον, άρον







Κι αρχίζουν τα λόγια να στερεύουν,
αρνιούνται να βγούν στο φως που καίει
κι η καρδιά βαραίνει, αρνείται να ακούσει
αρνείται να δει.
Σιγή.
Τόση αλληλεγγύη σε ποιο αστείο να χωρέσει
ποιος στίχος θα δεχτεί λειψές λέξεις να παίξει.
Οι θέσεις γεμίσαν, το θέατρο κατάμεστο περιμένει
το έργο ν΄ αρχίσει.
Κι οι ενδιαφερόμενοι είναι όλοι εκεί.
Ντυμένοι στα καλά τους περιφέρονται
με σάλια που τρέχουν

και με μάτια υγρά από λαχτάρα
να διαμοιράσουν τα ιμάτια αυτών.
Μα τί περιμένουμε, αδημονούν και λυπούνται
είναι δυνατόν να μην είμαστε όλοι μαζί;
Υπάρχει ψωμί για όλους, πολύ
Ο χρόνος τρέχει, να φύγει να χαθεί.
Στο βάθος θολό το Κολοσσαίο προβάλλει-
λυπάμαι, σε ξεπεράσαν άλλοι ναοί.
Λοιπόν, η ώρα περνά κι εμείς είμαστε όλοι εδώ
Ας τελειώνουμε νωρίς,
Άρον άρον σταύρωσον Αυτήν.

Σέβη Κωνσταντινίδου
Φωτογραφία Pexels/ pixabay

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ποδιά της μάνας

Επισκέψεις από μακριά